Friday, March 21, 2008

Βαγγέλης Γκόκας - Νοτισμένα τοπία

Τα λεπταίσθητα, εξαϋλωμένα τοπία του Βαγγέλη Γκόκα είναι τόποι αναπόλησης, μνήμης και διαφυγής. Πρόκειται για έναν γερό ισορροπιστή που δείχνει μεγάλη ευχέρεια ή ταλέντο να κινείται ανάμεσα στην υλικότητα της φύσης και την πνευματοποίησή της. Τα γαλήνια μέρη που αναπαριστά αναφέρονται μάλλον σε έναν χρόνο παρελθόντα ή σε έναν τόπο «εκτός» που μας καλεί σε μια στοχαστική θέαση αλλά και μια επιστροφή προς τα έσω. Εύκολα θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει αυτά τα έργα ως νεορομαντικά μόνο που δεν θα αρκούσε μόνον αυτό. Υπάρχει σ’ αυτά και μια εννοιακότητα καθώς δεν είναι παρμένα από φωτογραφίες αλλά από άλλα έργα ζωγραφικής ενώ εμπνέονται κι από ταινίες. Το ένα τοπίο π. χ. στην έκθεση αναφέρεται σε ένα έργο του Claude Lorrain μόνο που έχει αφαιρεθεί ο αρχιτεκτονικός διάκοσμος ενώ το άλλο είναι εμπνευσμένο από την ταινία του Κίμ Κι Ντούκ «Άνοιξη, φθινόπωρο, χειμώνας.. Άνοιξη». Υπάρχει επίσης και μια ατμόσφαιρα που μεταδίδει ο Caspar Friedrich (χωρίς την τόσο έντονη έννοια του Υψηλού ή της υπαρξιακής αγωνίας) αλλά και η ομιχλώδης αχλύ των έργων του Terner. Η τονική ζωγραφική του, λουσμένη στο φως υποβάλλει και την αύρα της κινέζικης τοπιογραφίας.
Ο Βαγγέλης Γκόκας ωστόσο, δεν είναι ένας ζωγράφος που μας ωθεί να διασχίσουμε τα τοπία που μας δείχνει αλλά να προσηλωθούμε σ’ αυτά, να ατενίσουμε και να ονειρευτούμε. Δεν περιγράφει την φύση αλλά προσπαθεί να αποδώσει μια ιδεατή, νοητή κατάσταση που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια μέθεξη μαζί της.
Είναι μια ζωγραφική που «χτίζεται» με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι επίπεδη, να έχει πολλά πεδία ανάγνωσης και να εκτείνεται σε μια μεγάλη γκάμα επιλογών. Την δουλεύει με πολύ ρευστά χρώματα που επανατοποθετούνται στο τελάρο δημιουργώντας συνεχείς μεταλλαγές, έτσι που ακόμη και τα μικρότερα σημεία της να αρχίζουν και λένε την δική τους, ιδιαίτερη ιστορία.
Ο Γκόκας υπηρετεί εντέλει μια εντελώς ιδιοπρόσωπη τοπιογραφία που χτίζει σταδιακά μια προσωπική σφραγίδα και μυθολογία εικόνας.

Βασιλίκα Σαριλάκη


Χωρίς τίτλο
180x165 εκ. λάδι σε καμβά

Xωρίς τίτλο
180x165 εκ. λάδι σε καμβά


Xωρίς τίτλο
165 x 150 εκ. λάδι σε καμβά


Xωρίς τίτλο
180x165 εκ. λάδι σε καμβά


Xωρίς τίτλο
200x100 εκ. λάδι σε καμβά


Xωρίς τίτλο
200x200 εκ. λάδι σε καμβά



Xωρίς τίτλο
140x100 εκ. τέμπερα



Xωρίς τίτλο
200x200 εκ. λάδι σε καμβά



Xωρίς τίτλο
180x165 εκ. λάδι σε καμβά



Xωρίς τίτλο
180x165 εκ. λάδι σε καμβά



Xωρίς τίτλο
165x90 εκ. λάδι σε καμβά

Xωρίς τίτλο
200x200 εκ. λάδι σε καμβά

Xωρίς τίτλο
200x200 εκ. λάδι σε καμβά
Xωρίς τίτλο
210x100 εκ. λάδι σε καμβά

Η συζήτηση που ακολουθεί έγινε μέσω e-mail ανάμεσα στην τεχνοκριτικό Βασιλίκα Σαριλάκη και τον ζωγράφο Βαγγέλη Γκόκα.


Αγαπητέ Βαγγέλη,

Τα έργα σου στην έκθεση ήταν μια ευχάριστη έκπληξη ωστόσο αναρωτιέμαι πως έγινε ενώ η δική σου γενιά ήταν κυρίως προσανατολισμένη στις κατασκευές και στο video, εσύ ασχολήθηκες καθαρά με την ζωγραφική;

Αγαπητή Βασιλίκα,

Κατ΄ αρχήν ξεκίνησα από την Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης το 1988. Το εργαστήριο του Βαγγέλη Δημητρέα που παρακολούθησα έδινε μεγαλύτερη έμφαση στην ζωγραφική. Αλλά και από την άλλη, σαν νέος φοιτητής εκείνο τον καιρό, οι εικόνες που είχα γύρω από την τέχνη ήταν περισσότερο εικόνες ζωγραφικής. Από την σχολή της Θεσσαλονίκης αποφοίτησα το 1994. Μετά έκανα ένα μεταπτυχιακό στην Σχολή Καλών Τεχνών της Βαρκελώνης· πάλι στην ζωγραφική.
Για να επανέλθω στην ερώτησή σου, νομίζω ότι η ενασχόληση με την τέχνη είναι κυρίως ζήτημα έκφρασης και όχι προσανατολισμού του εκφραστικού μέσου σε εποχικές τάσεις. Είναι καλό κανείς να υπακούει σε αυτό και μάλλον στην περίπτωσή μου, πες λίγο από τεμπελιά, λίγο από βιασύνη, επέλεξα την ζωγραφική για την αμεσότητα και την οικονομία της- έτσι νόμιζα.

Η δική σου ζωγραφική μπορεί να χαρακτηριστεί ως νεορομαντική.. κατά πόσον όμως είναι και εννοιολογική;

Κοίταξε, υπάρχει μια κάποια ρομαντική διάθεση όσον αφορά την χειρονομία και την έκφραση η οποία παραπέμπει στον ρομαντισμό, αλλά δεν είναι μόνο αυτό· από την άλλη ο τρόπος που διαχειρίζομαι το υλικό μου, αναφορές, εικόνες κ.τ.λ., και η τελική διατύπωσή τους εμπεριέχει αρκετά εννοιολογικά στοιχεία.

Υπάρχει επίσης και μια ατμόσφαιρα που μεταδίδει ο Caspar Friedrich αλλά και η ομιχλώδης αχλύ των έργων του Turner.

Ναι, ναι, υπάρχει αυτό. Μ΄ έχει επηρεάσει πολύ τα τελευταία 2 χρόνια ο Friedrich μόνο που τα έργα μου δεν φτάνουν στην ένταση ενός Friedrich αλίμονο.

Τα τοπία του Friedrich έχουν την αίσθηση της εγκατάλειψης, του Υψηλού αλλά και του ερείπιου, ενώ τα δικά σου είναι πολύ πιο συμφιλιωμένα, γαλήνια και ήρεμα… δηλαδή η ατμόσφαιρα μοιάζει αλλά τα δικά σου δεν έχουν έντονη την αίσθηση της αποστέρησης έχω την αίσθηση…

Ναι, όμως είναι τοπία σχεδόν άδεια· δεν υπάρχουν πρωταγωνιστές ούτε αφηγηματικά στοιχεία. Για μένα τα τοπία αυτά φέρουν την συνθήκη του κενού, μια συνθήκη που στερεί την άμεση βιωματική προσέγγιση και εμπλοκή, διατηρώντας -έτσι τουλάχιστον θέλω να πιστεύω- μια απόσταση τόσο από μένα τον ίδιο όσο και από τον θεατή. Παρατηρώντας τα νομίζω ότι έχουν την αίσθηση του λίγο πριν – λίγο μετά.

Ναι αλλά αυτό μας οδηγεί σε κάποια τοπία Ζεν. Καθώς μάλιστα διαλέγεις και μια χρωματική γκάμα κυρίως γκρίζα .. και τελείως παλ υδαρή χρώματα. Μάλιστα ο τρόπος που χτίζεις την εικόνα μέσα από το φως δημιουργώντας μια τονική ζωγραφική δίνει και μια αίσθηση αποϋλικοποίησης, πνευματικότητας.
Σου αρέσει η κινέζικη και γιαπωνέζικη τοπιογραφία;


Ναι, πάρα πολύ.

Ένας ζωγράφος σαν και σένα θα μπορούσα να φανταστώ ότι εκτιμά και το έργο ενός Οικονόμου παρότι απέχεις πολύ από την θερμοκρασία των έργων του και τα ζεστά του χρώματα. Ωστόσο καθώς κι εκείνος επέλεγε την λιτότητα και τα σχηματοποιημένα σπίτια μέσα σε μια θαλπωρή υπάρχουν κάποιες σχέσεις.

Πρόσφατα είδα στην Πάτρα κάποια έργα του και πρόσεξα κι εγώ αρκετές ομοιότητες. Συμβαίνει όμως αυτό συχνά με τους καλλιτέχνες.

Εσύ αλήθεια πιστεύεις ότι η ζωγραφική επιστρέφει στις μέρες μας ξανά και θα εξακολουθήσει να συμβαίνει αυτό; Δες την περίπτωση της Λειψίας π. χ.

Πιστεύω ότι η όλη ιστορία περί του θανάτου της ζωγραφικής και της επιστροφής της είναι ένα ζήτημα τεχνητό και όχι ουσίας. Υπάρχει μια επιστροφή όπως π.χ. η σχολή της Λειψίας , αλλά αυτό δεν αφορά τόσο στους καλλιτέχνες, όσο την οικονομία της αγοράς της τέχνης.

Η ζωγραφική σήμερα έχει κάπως πολωθεί. Είτε είναι μια εννοιακή ζωγραφική που στηρίζεται στην φωτογραφία και την αναπαράσταση θυμίζοντας Gerhard Richter είτε μια ελεύθερη σχεδιαστική απεικόνιση. Η δική σου δουλειά έχω την εντύπωση ότι κινείται κάπου στην μέση.

Αυτή την στιγμή τα έργα μου είναι τόσο φωτογραφία όσο την αντέχω και τόσο ζωγραφική όσο την αγαπώ. Αν ήθελε να ορίσει κανείς το τι είναι ζωγραφική σήμερα είναι πολύ δύσκολο να καταλήξει κάπου. Αλλά δεν ξέρω και εάν είναι απαραίτητο.

Εσύ έχεις περάσει διάφορες φάσεις στην δουλειά σου; Υπήρξαν ανατροπές;

Ναι υπήρξαν πολλές κωλοτούμπες. Αν σκεφτείς ότι έφυγα από την σχολή μ’ έναν Αμερικάνικο εξπρεσιονισμό παρωχημένο και παρηκμασμένο και έφτασα μέχρι εδώ. Υπήρξαν πολλές αλλαγές.

Με ποιους ζωγράφους από την γενιά σου θεωρείς πως το έργο σου έχει κάποια επικοινωνία;

Υπάρχουν αρκετοί. Όπως ο Η. Παπαηλιάκης που δουλεύει μέσα από παλαιότερες φόρμες ζωγραφικής, ο Κ. Τσώλης, ο Β. Βασιλακάκης, ο Κ. Χριστόπουλος. Υπάρχει ένας διάλογος μεταξύ μας, έχουμε μια επικοινωνία, χωρίς ωστόσο αυτό να χαρακτηρίζει ένα ρεύμα ή μια συγκροτημένη ομάδα.

Δεν μπορούμε δηλαδή να μιλήσουμε για μια νέα σχολή ζωγραφικής στην Ελλάδα.
Ωστόσο το ζήτημα της ταυτότητας δεν υπάρχει ακόμη ως αίτημα;


Όχι. Στη νέα παγκοσμιοποιημένη συνθήκη ο προσδιορισμός της ταυτότητας, εθνικής, φυλετικής, ατομικής έχει να κάνει με ευρύτερα σύνολα, οικονομία, κουλτούρα, πολιτική όπου τα όρια συγχέονται και η οποιαδήποτε προσπάθεια ονοματοδοσίας ή ανάθεσης ρόλου ή ρόλων απαιτεί προσοχή.

Εσύ ποιο νομίζεις ότι είναι το σημαντικότερο προσόν της ζωγραφικής σου; Τι θέλεις να εκφράσεις περισσότερο από όλα;

Η ζωγραφική μου έτσι όπως την χτίζω είναι μια ζωγραφική που πιστεύω ότι θέλει χρόνο για να την δεις, δεν σε αρπάζει κατευθείαν με το που την βλέπεις. Δεν είναι ούτε η εικόνα η ίδια που σε τραβάει- ούτε καν το ίδιο το θέμα είναι τραβηχτικό. Δεν υπάρχουν βαθυστόχαστα νοήματα ή επαναστατικά – ανατρεπτικά μηνύματα· το μόνο που υπάρχει, αν υπάρχει, είναι μια προσωπική εμμονή. Η ερώτηση «τι θέλει να πει ο ποιητής;» τελικά παραπέμπει στο ίδιο το ποίημα.

No comments: